- παραποιήσεων
- παραποιήσεω̆ν , παραποίησιςimitationfem gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ανάλυση — Η διάλυση μιας σύνθετης ουσίας στα συστατικά της· το λιώσιμο μιας ουσίας· η διαίρεση του λόγουσε στοιχεία και η εύρεση της μεταξύ τους σχέσης· λεπτομερειακή έκθεση των στοιχείων μιας θεωρίας ή ενός φιλοσοφικού συστήματος· η μελέτη των στοιχείων… … Dictionary of Greek
γραμματοσημολογία — η μελέτη τών γραμματοσήμων και τών σχετικών θεμάτων (όπως τών ταχυδρομικών σφραγίδων, τής ιστορίας τών παραστάσεων τών γραμματοσήμων, τών ποικιλιών και σφαλμάτων, τών διαφόρων εκδόσεων, τών τρόπων συλλογής και ταξινομήσεως, τού ελέγχου τών… … Dictionary of Greek
υπεριώδεις ακτινοβολίες — Το σύνολο των ηλεκτρομαγνητικών ακτινοβολιών με συχνότητα μεγαλύτερη της φωτεινής ιώδους ακτινοβολίας και μικρότερη της ακτινοβολίας των ακτίνων Χ· ως προς το μήκος κύματος, οι υπεριώδεις ακτινοβολίες περιλαμβάνουν τις ακτινοβολίες από μήκος… … Dictionary of Greek